Συστήματα Κατάταξης Η θέσπιση συστημάτων αξιολόγησης των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων αποτελεί πλέον κοινό τόπο για τις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες, καθώς περισσότερες από 40 έχουν ήδη θεσπίσει συστήματα αξιολόγησης και κατάταξης. Τα συστήματα αυτά δεν περιορίζονται μόνο σε εθνικό επίπεδο αλλά επιδίδονται και σε συγκρίσεις εκπαιδευτικών ιδρυμάτων διαφορετικών χωρών. Η χρήση των συστημάτων παγκόσμιας κατάταξης πανεπιστημίων (university rankings) δεν αποτελεί νεοφυές φαινόμενο. Ξεκίνησε το 2003 από το Πανεπιστήμιο της Shanghai, όταν μία ομάδα ερευνητών του Shanghai Jiao Tong University καθιέρωσε μία κατάταξη των πανεπιστημίων ανά τον κόσμο, θέτοντας ως κριτήρια τον αριθμό βραβείων Nobel και Fields που κέρδισαν απόφοιτοι και καθηγητές, τον αριθμό των ερευνητών και τις αναφορές τους, τον αριθμό άρθρων και δημοσιευμάτων στα επιστημονικά περιοδικά Science και Nature, τον αριθμό των άρθρων στη βάση δεδομένων Web of Science και τέλος ένα μέσο όρο των παραπάνω, διαιρεμένο με τον αριθμό των διδασκόντων στο ίδρυμα. Έκτοτε, έχει αναπτυχθεί ένα πλήθος συστημάτων κατάταξης από οργανισμούς και φορείς διεθνούς εμβέλειας (πανεπιστήμια, περιοδικά και εφημερίδες). Ως εκ τούτου, η άνθηση και η αφθονία των αξιολογήσεων γεννά ερωτήματα ως προς τα κριτήρια αξιολόγησης, την αξιοπιστία, τους στόχους και τα αποτελέσματα αυτών των αξιολογήσεων, καθώς ο κάθε οργανισμός και φορέας θεσπίζει διαφορετικά, μεταβλητά ή/και εναλλακτικά κριτήρια με τα οποία αξιολογεί (κινητικότητα φοιτητών, επάρκεια χρηματοδότησης, μεγέθη δημοσιεύσεων και ερευνητικών αναφορών, χαρακτήρας εκπαιδευτικού και ερευνητικού προσωπικού, κ.λπ) και θέτει σε διεθνή κατάταξη τα ακαδημαϊκά ιδρύματα. Παρά τις όποιες αδυναμίες, η πραγματικότητα καταγράφει μια δυσανάλογα μεγάλη προσοχή και αποδοχή από την κοινωνία των συστημάτων κατάταξης, σε σχέση με την ποιότητα και την αξιοπιστία των πληροφοριών που προσφέρουν.